Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011



ΟΛΟΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΕΙΝΑΙ ΓΥΡΙΣΜΟΣ


Αλκοολισμός!

Η περηφάνεια δεν αποδέχεται το συναίσθημα  της αδυναμίας που νοιώθει αυτό το ον που έχει εγκέφαλο και νεύρα παρατεταμένα,πάνω σε ενα φοντο αγωνίας,συχνά δε και τρέλας.η διανοητική πέψη(η πέψη των ιδεών του και του περιβάλλοντος του)γίνεται κατα άσχημο τρόπο και προκαλέι μια αναταραχή που προκαλεί δίψα.Αυτή η κακώς ελεγχομενη διέγερση ,αυτή η επιθυμία να νοιώθει δυνατός και ισχυρός,μειώνουν την δύναμη του εγκεφάλου,που δέν έχουν την αίσθηση των πραγματικοτήτων,καλλιεργεί λανθασμένες ιδέες,διασκορπίζει δε την ζωτικότητα έτσι,ώστε να χάνεται εντελώς.
Οταν βρίσκεται σε κρίση,ο λόγος ταράσσεται,τα πόδια νοιώθουν λιγότερο ασφαλή,το μόνο δε που ζητάει η οργή,είναι να εκδηλωθεί.Η Νευρική ζωή διεγείρεται πρός βλάβη της φυσικής ζωής που αναζητά "κάτι" για να ξαναπάρει τα πάνω της.Το ένα μπουκάλι αδειάζει μετά το άλλο,είτε πρόκειται για κρασί,για ναρκωτικά,για οινόπνευμα,αρκεί να διεγείρει και να δίνει το αίσθημα πως το άτομο αυτό έχει θάροος,κουράγιο,πως αψηφά  τον κίνδυνο.
Δυστυχώς το περιεχόμενο της μπουκάλας ε΄χει μια άλλη όψη:Tήν λήθη του παρελθόντος,την αμέλεια του μέλλοντος,την εγκατάλειψη των ευθυνών,την κατάθλιψη.
Η αλαζονεία καταδικάζεται σε πάμπολλες θρησκείες!

Η ιατρική της ψυχής
Marguerite De Syrany





Η Ζωή μου ...ένα πατάρι....ένας φάρος με γλαροπούλια....και μια ομπρέλα κόκκινη...δαντελένια...στον αέρα....

 

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

http://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/2011/09/07/giorgos-theocharis-dikaiosyni/

Δι­και­ο­σύ­νη


ΕΘΑΝΕ ΠΛΗΡΗΣ ΗΜΕΡΩΝ στὸ γη­ρο­κο­μεῖ­ο τῆς Ἐ­πι­σκο­πῆς. Τὴν κή­δε­ψε ἡ ψυ­χο­κό­ρη της στὸν τό­πο τῆς κα­τα­γω­γῆς, ἀ­π’ ὅ­που ἔ­λει­παν χρό­νια πολ­λά. Τὴν ἔ­θα­ψε πλά­ι στὸν δεύ­τε­ρο σύ­ζυ­γό της ποὺ εἶ­χεν ἀ­πο­δη­μή­σει νέ­ος. Τὸν πρῶ­το δὲν τὸν χά­ρη­κε. Σκο­τώ­θη­κε νι­ό­παν­τρος στὴν Κα­το­χή. Λί­γο πρὶν σκε­πα­στεῖ τὸ φέ­ρε­τρο, ἄ­δεια­σε μέ­σα στὸν τά­φο, ἡ ψυ­χο­κό­ρη, τὰ κό­κα­λα τοῦ σκο­τω­μέ­νου, ἀ­π’ τὸ κι­βού­ρι του ποὺ πῆ­ρε ἀ­πὸ τὸ ὀ­στε­ο­φυ­λά­κιο. «Ἂς εἶ­ναι καὶ οἱ τρεῖς μα­ζὶ» εἶ­πε, «τοὺς πῆ­ρε καὶ τοὺς δυ­ὸ ἀ­πὸ ἔ­ρω­τα ἡ μά­να μου».